Μέσα στην αδιαφάνεια της μέρας.
Οι καλύτερες λέξεις μας θυσιάζονται
Στην προσμονή.
Τις νύχτες πενθούμε,
Με τα κορμιά μας
Να σπρώχνουνε τα σύνορα του κόσμου.
Νυχτερινός πλους κόντρα στον καιρό,
Γυρεύοντας τ’ αλάγερμα,
Με τα κουρέλια των ιστίων για ρούχο.
Έτσι ανοίγουν τα μάτια και βλέπουν
Τις μνήμες αλαβάστρινων ονείρων.
Μοναχικές σημαδούρες
Σημαίνουν τις καταποντισμένες ηπείρους όσων επιθυμήσαμε.
Μια σχισμή στην επιφάνειας εργασίας,
Ξερνάει φως και σκοτάδι,
Σαν θανατηφόρο τραύμα σφαίρας στην καρδιά.
Το ορατό και το αόρατο μαζί
Σε ένα βαθύ εδώ και τώρα.
Εδώ τα ιερά και τ’ ανάκτορα
Και οι βωμοί και οι θρόνοι.
Οι χαμένες ατλαντίδες του παιδικού πείσματος.
Έσχατη καταφυγή για ναυαγούς
Που δεν ζητήσανε στεριές και λάφυρα
Παρά μονάχα χαριστήκανε στο τέλος.
Στην ανακάλυψη μιας ζωής κρυμμένης
Πίσω από των ανθρώπων τις ζωές.