O Μίκης έκλεισε τον κύκλο που άνοιξε ο Καζαντζάκης. Τον κύκλο του Ζορμπά. Χορευτής και πολεμιστής. Ο άντρας που ανοίγει τα χέρια σαν φτερά και πάει ελεύθερα να βρει τη συντριβή του.
Πραγματικότητα ή μυθοπλασία, αποτέλεσε την τελευταία ελληνική πρόταση για το νόημα της ζωής στον κόσμο που ξεπέρασε την εθνική μας μοναξιά και αναγνωρίστηκε οικουμενικά. Έχτισε το μεταπολεμικό brand της χώρας και το τουριστικό θαύμα της. Ερχόταν ο Σουηδός χόρευε συρτάκι και εισέπνεε μια ριπή ανέμου από το άπειρο.
Ο κύκλος έκλεισε. Στο τέλος της μέρας κι ο Ζορμπάς μόνο ένας φαλλοκράτης θα μπορούσε να είναι, με τα τρέχοντα κριτήρια. Κι ενώ η αποδόμηση καλά κρατεί, μείναμε χωρίς λόγια, χωρίς ρυθμό. Μηδέν. Ίσως γι’ αυτό κλάψαμε ως κοινωνία, πηγαία και αυθόρμητα, τον Μίκη.
Η συλλογική νοημοσύνη μας, ξέρει με ακρίβεια πως βρισκόμαστε στο κενό.